Το σουσάμι αποτελεί μία από τις αρχαιότερες καλλιέργειες στον κόσμο. Η καλλιέργεια του χρησιμοποιείται τόσο για τους σπόρους του όσο και για τα προιόντα των σπόρων του όπως για παράδειγμα το σησαμέλαιο.
Η λέξη σησάμι προέρχεται από την αραβική λέξη simsim. Η πρώτη καλλιέργεια του σουσαμιού καταγράφτηκε στη Βαβυλώνα και στην Ασσυρία πάνω από 4000 χρόνια πριν. Οι σπόροι του χρησιμοποιήθηκαν κυρίως ως καρύκευμα. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Βαβυλώνιοι γνώριζαν την καλλιέργεια του σησαμιού, καθώς και το παστέλι. Ήταν ένας πολύτιμος σπόρος τον οποίον τον χρησιμοποιούσαν για τροφή, για μασάζ, σε γιατροσόφια, σε καλλυντικά προϊόντα ακόμα και ως φωτιστικό λάδι.
Το σουσάμι και τα προϊόντα του (ταχίνι, χαλβάς, σησαμέλαιο), αποτελούν μία πολύ θρεπτική τροφή για τον ανθρώπινο οργανισμό και η χρήση τους έχει συσχετισθεί τόσο με την πρόσληψη όσο και με την αντιμετώπιση σημαντικών προβλημάτων και ασθενειών.
Λιπίδια
Η υψηλή ενέργεια που περιέχει το σησάμι οφείλεται κυρίως στα λιπαρά του οξέα. Από αυτά, το 45% είναι μονοακόρεστα, το 40% πολυακόρεστα και μόλις το 15% κορεσμένα. Τα πολυακόρεστα λιπαρά είναι γνωστά για την αντιφλεγμονώδη και αντιθρομβωτική τους δράση και γι αυτό τον λόγο έχουν συνδεθεί με την καρδιακή υγεία. Το σουσάμι περιέχει περίπου 37%- 47% λινολεικό οξύ, το οποίο έχει φανεί να μειώνει την χοληστερίνη.
Πρωτεΐνες
Το σουσάμι περιέχει υψηλής βιολογικής αξίας φυτικές πρωτεΐνες και είναι πλούσιο σε αμινοξέα όπως η μεθειονίνη, η τρυπτοφάνη, η λευκίνη και η αργιρίνη, ενώ είναι σχετική μικρή η περιεκτικότητα του σε λυσίνη. Έχει αποδειχθεί ότι αν συνδυαστεί με τρόφιμα που περιέχουν λυσίνη, όπως όσπρια (κυρίως φασόλια μαυρομάτικα, ρεβύθια, γίγαντες), ξηρούς καρπούς (κυρίως τα αμύγδαλα, κάσιους, και τα φυστίκια) και προϊόντα σόγιας, οι πρωτεΐνες που προκύπτουν είναι υψηλής βιολογικής αξίας και διαθεσιμότητας, καθώς πλησιάζουν τη βιολογική αξία ζωικών πρωτεϊνών, πολύ σημαντικό για τους χορτοφάγους.
Υδατάνθρακες
Οι υδατάνθρακες αποτελούν μόλις το 15%- 20% της σύστασης του τρόφιμου και από αυτό το μεγαλύτερο μέρος αποτελούν οι φυτικές ίνες καθώς υπάρχουν και μικρές ποσότητες φρουκτόζης και γλυκόζης.
Βιταμίνες
Το σουσάμι αποτελεί καλή πηγή βιταμινών του συμπλέγματος Β όπως Β1, Β2, και νιασίνη. Tο σουσάμι και κυρίως το έλαιό του περιέχει βιταμίνη Ε, κυρίως υπό τη μορφή της γ-τοκοφερόλης. Περιέχει και μικρότερη ποσότητα α και δ τοκοφερόλης. Η βιταμίνη Ε έχει αντιοξειδωτικές ιδιότητες, δηλαδή δρα προστατευτικά στον οργανισμό από τισ φθορές που προκαλούν οι παραγόμενες ελεύθερες ρίζες, και έχει συσχετιστεί με την μείωση της LDL χοληστερόλης και την μείωση της θρόμβωσης.
Μέταλλα και Ιχνοστοιχεία
Περιέχει φώσφορο, ασβέστιο, μαγνήσιο, κάλιο, σίδηρο, ψευδάργυρο, χαλκό και σελήνιο. Σύμφωνα με εργαστηριακές αναλύσεις το μαύρο σουσάμι περιέχει μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε ασβέστιο, σίδηρο, ψευδάργυρο, και κάλιο, ενώ οι σπόροι του άσπρου σουσαμιού περιέχουν μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε μαγνήσιο και φώσφορο. Επομένως αναμειγνύοντας και τους 2 σπόρους εξασφαλίζουμε μία ικανοποιητική πρόσληψη των παραπάνω μετάλλων και ιχνοστοιχείων μέσω της διατροφής μας. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το σουσάμι περιέχει φυτικό και οξαλικό οξύ, τα οποία περιορίζουν την βιοδιαθεσιμότητα κυρίως του ασβεστίου.
Φυτοστερόλες
Περιέχει σιτοστερόλη, καμπεστερόλη, και στιγμαστερόλη. Η β-σιτοστερόλη είναι η κύρια φυτοστερόλη που περιέχει το σουσάμι. Έρευνες έχουν συσχετίσει την κατανάλωση των φυτικών στερόλων με την μείωση την χοληστερόλης, ελαττώνοντας την απορρόφηση της από τις τροφές στο λεπτό έντερο.
Το σουσάμι και το ταχίνι αποτελούν πολύτιμα τρόφιμα της μεσογειακής διατροφής που είναι ιδιαίτερα δημοφιλή λόγω της υψηλής διατροφικής αξίας τους. Προσοχή όμως θα πρέπει να δίνουμε στην ποσότητα καθώς έχουν υψηλή θερμιδική αξία λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε λίπος.
Τα 100 γραμμάρια ταχίνι περιέχουν 607 θερμίδες και τα 100 γραμμάρια σουσάμι 598 θερμίδες. Γι αυτό λοιπόν θα πρέπει να τα ενσωματώνουμε στο διαιτολόγιό μας σε μικρές ποσότητες. Ένα κουταλάκι του γλυκού ταχίνι ζυγίζει 15 γραμμάρια, και είναι αρκετό για μία φέτα ψωμί, προσφέροντας 91 θερμίδες.
Βιβλιογραφία:
MCCANCE and WIDDOWSON’S. The composition of foods. 6th Summary Edition. Royal Society of Chemistry: London
PATHAK, N., RAI, A.K., KUMARI, R. and BHAT, K.V., 2014. Value addition in sesame: A perspective on bioactive components for enhancing utility and profitability. Pharmacognosy Review. June. vol. 8, pp. 147-155.
SAEED, F., QAMAR, A., NADEEM, M.T., AHMED, R.S., ARSHAD, M.S. and AFZAAL, M., 2015. Nutritional composition and fatty acid profile of some promising sesame cultivars. Pakistan Journal of Food Sciences. Vol. 25, pp. 98-103.
SALDEEN, T., Li, D. and MEHTA, J.L., 1999. Differential effects of alpha-and gamma-tocopherol on low-density lipoprotein oxidation, superoxide activity, platelet aggregation and arterial thrombogenesis. Journal of the American College of Cardiology. October, vol. 34, pp. 1208-1215.
SINGHARAJ, S. and ONSAARD. E., 2015. Production and characteristics of sesame proteins. Journal of Food Science and Agricultural Technology. January. Vol. 1, no. 1, pp. 188-192.
ZHOU, L., LIN, X., ABBASI, A.M. and ZHENG, B., 2016. Phytochemical Contents and Antioxidant and Antiproliferatice Activities of Selected Black and White Sesame Seeds. Biomedical Research International. Vol. 2013, pp. 1-9.